top of page

word / wərd

ομιλούμενος / ˈspōkən

adjective

1. speaking in a specified way. /

noun

1. a single distinct meaningful element of speech or writing, used with others (or sometimes alone) to form a sentence and typically shown with a space on either side when written or printed.

Κανένας ποιητής δεν θα πάρει ποτέ τον γραπτό λόγο ως υποκατάστατο του προφορικού λόγου. Γνωρίζει ότι η τέχνη του βασίζεται στον προφορικό λόγο και μόνο στον προφορικό λόγο.

- Lascelles Abercrombie

bottom of page